- μανιάκου
- μανιάκηςnecklacemasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
έκσταση — Στη γενικότερη σημασία του ο όρος έ. υποδηλώνει μία κατάσταση διανοητικής απομόνωσης, φυγής από τον ομαλό ψυχικό χώρο του ατόμου, το οποίο απορροφάται από μία και μόνη ιδέα ή από μία ιδιαίτερη συγκίνηση. Μπορεί συνεπώς να ονομαστεί έ. και η έ.… … Dictionary of Greek
κυκλοθυμία — Ψυχική κατάσταση που χαρακτηρίζεται από κυκλικές μεταπτώσεις διάθεσης ανάμεσα σε δύο πόλους, τη χαρά και τη λύπη. Η κ. μπορεί να χαρακτηριστεί φυσιολογική, αν η ένταση της χαράς και της λύπης δεν είναι δυσανάλογη σε σχέση με τα γεγονότα που… … Dictionary of Greek
Βίσμαρκ, Ότο φον- — (Otto von Bismarck Schönhausen,Σενχάουζεν 1815 – Φρίντριχσρου 1898).Γερμανός πολιτικός. Απόγονος των Πρώσων Γιούνκερ,βουλευτής στη συντακτική συνέλευση του 1848, πολέμησε τους φιλελεύθερους αντιπαραθέτοντας στα προγράμματά τους το πρόγραμμα… … Dictionary of Greek
Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… … Dictionary of Greek